απόσπασμα
περικοπή <τεκμήριο>
περικοπή <τεκμήριο>
extract
excerpt
excerpt
Ορισμός
μεμονωμένο τμήμα γραπτού ή προφορικού λόγου
Σημειώσεις
Το απόσπασμα είναι τμήμα που έχει περικοπεί από ένα μεγαλύτερο σώμα κειμένου και μπορεί να χρησιμοποιηθεί μεμονωμένα ή να ενσωματωθεί σε άλλο κείμενο. Επιλογή αποσπασμάτων μπορεί να συνιστούν ανθολογία, συνήθως σε λογοτεχνικά έργα (βλ. σχετικό λήμμα).
Πηγή ορισμού
Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. (1998). Λεξικό της κοινής νεοελληνικής (ΛΚΝ). Διαθέσιμο από: https://www.greek-language.gr/greekLang/modern_greek/tools/lexica/triantafyllides/
Θέμα
Τεκμήρια
Κεφάλαιο
Τεκμήρια - Αντικείμενα - Πληροφοριακοί πόροι
Βλέπε επίσης
Στοιχεία σύνταξης
Ημ. Δημιουργίας
2023-01-01 00:00:00
Τελευταία τροποποίηση
2023-02-10 16:52:03
×