Γενικές έννοιες | Έννοιες και όροι | ομόγραφο
Ορισμός
Σημειώσεις
Στην Ορολογία, ομόγραφο είναι η κατασήμανση (όρος, σύμβολο ή όνομα) η οποία γράφεται με τον ίδιο τρόπο με άλλη αλλά παριστάνει διαφορετική έννοια στο ίδιο ή σε διαφορετικά θεματικά πεδία. Τα ομόγραφα συχνά αναφέρονται και ως ομώνυμα, πράγμα που δεν ισχύει πάντα, δεδομένου ότι τα ομώνυμα μπορεί να είναι μόνο ομόηχα και όχι επίσης ομόγραφα (π.χ. κλίμα και κλήμα). Κατά την ευρετηρίαση γίνεται προσπάθεια αποφυγής ομόγραφων λημμάτων στο ίδιο ευρετήριο. Εάν όμως χρειαστεί, συνιστάται η χρήση ενδεικτικού συμβολισμού ανάλογα με τη σύμβαση που αποφασίζεται. Έτσι, στα ευρετήρια συνήθως χρησιμοποιείται προσδιοριστικό σε παρένθεση: γερανός (ανυψωτικό μηχάνημα) - γερανός (πτηνό), Athens (Greece) - Athens (Georgia USA). Στα πρότυπα χρησιμοποιείται αριθμητική ένδειξη σε παρένθεση όταν υπάρχουν ομόγραφοι όροι στο ίδιο πρότυπο: record (1) — record (2), αρχείο (1) — αρχείο (2). Στο παρόν λεξικό, χρησιμοποιούμε το προσδιοριστικό σε γωνιώδεις αγκύλες: επικεφαλίδα <γραμμή κειμένου> — επικεφαλίδα <σημείο πρόσβασης>.
Παραδείγματα
ρόκα (φυτό) - ρόκα (εξάρτημα γνεσίματος)
παιδιά (τα, άνθρωποι μικρής ηλικίας) - παιδιά (η, παιχνίδι, προφέρεται ως τρισύλλαβη λέξη)
bank (όχθη ποταμού) - bank (χρηματοπιστωτικό ίδρυμα)
Αλλες πηγές
- ISO 25964-1:2011 Information and documentation — Thesauri and interoperability with other vocabularies — Part 1: Thesauri for information retrieval
- ISO 10241-1:2011 Terminological entries in standards – Part 1: General requirements and examples of presentation
- ISO 704:2022 Terminology work — Principles and methods
- ΕΛΟΤ 402:2010 Ορολογική εργασία – Αρχές και μέθοδοι