Τεκμήρια - Αντικείμενα - Πληροφοριακοί πόροι | Μέρη τεκμηρίων | παροράματα
παροράματα
errata (pl.)
corrigenda (pl.)
corrigenda (pl.)
Ορισμός
μέρος ενός τεκμηρίου το οποίο έχει εκτυπωθεί μεταγενέστερα, αλλά προορίζεται να συνοδεύει το τεκμήριο, παραθέτοντας λάθη του κειμένου και τις διορθώσεις τους
Σημειώσεις
Στον ενικό αριθμό ο όρος "παρόραμα" κατασημαίνει την έννοια του λάθους από απροσεξία ή αβλεψία σε κείμενο τυπωμένο ή δακτυλογραφημένο. Στον πληθυντικό αριθμό, είναι ο πίνακας που μπορεί να υπάρχει στο τέλος ενός τεκμηρίου και περιλαμβάνει τα τυπογραφικά σφάλματα.
Πηγή ορισμού
ΕΛΟΤ 1381:2013 Πληροφόρηση και τεκμηρίωση – Λεξιλόγιο
Αλλες πηγές
- Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. (1998). Λεξικό της κοινής νεοελληνικής (ΛΚΝ). Διαθέσιμο από: https://www.greek-language.gr/greekLang/modern_greek/tools/lexica/triantafyllides/
- ISO 5127:2017 Information and documentation — Foundation and vocabulary
Θέμα
Μέρη τεκμηρίων
Κεφάλαιο
Τεκμήρια - Αντικείμενα - Πληροφοριακοί πόροι
Στοιχεία σύνταξης
Ημ. Δημιουργίας
2023-01-01 00:00:00
Τελευταία τροποποίηση
2023-02-10 16:46:50
×