Skip to main content

Search from vocabulary

Αναζήτηση λήμματος

αρχείο <οργανισμός>
αρχειακός φορέας, αρχειακή υπηρεσία, υπηρεσία αρχείων
archives <organization>
record office

Ορισμός

οργανισμός ή μέρος ενός οργανισμού υπεύθυνο για την επιλογή, πρόσκτηση, διατήρηση και διαθεσιμότητα ενός ή περισσοτέρων αρχείων

Σημειώσεις

Τα αρχεία εφαρμόζουν τις λειτουρίες των οργανισμών πληροφόρησης και τεκμηρίωσης.
Η αναφορά σε αρχεία και αρχειακούς φορείς συμπεριλαμβάνει κρατικούς, αλλά και ιδιωτικούς οργανισμούς και ιδρύματα.
Ο όρος αρχείο(α) χρησιμοποιείται για να κατασημάνει τρεις διαφορετικές έννοιες: τον αρχειακό φορέα, τα σύνολα των αρχειακών τεκμηρίων και το κτήριο των αρχείων.
Σε αρκετές περιπτώσεις ο όρος αρχείο με την έννοια αρχειακού φορέα, γράφεται με κεφαλαίο, δηλ. Αρχείο.


Ιστορική σημείωση

Η αρχαία ελληνική λέξη ἀρχεῖον αναφέρεται στην κατοικία ή στο γραφείο του άρχοντα (που ήταν ένας από τους εννέα δικαστές στην αρχαία Ελλάδα), όπου τα σημαντικά επίσημα αρχεία του κράτους ταξινομούνταν και μεταφράζονταν υπό την επίβλεψη του άρχοντα.


Παραδείγματα

Αρχεία Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας. (2015). Διαθέσιμο από: http://www.askiweb.eu/index.php/el/. [πρόσβαση: 11/11/2022]


Αλλες πηγές

  • Αρχείο. (2021). Στο: Βικιπαίδεια. Διαθέσιμο από: https://w.wiki/5zqt. [πρόσβαση: 21/10/2022]

Θέμα

Αρχειακοί φορείς

Κεφάλαιο

Αρχειονομία

Βλέπε επίσης

Στοιχεία σύνταξης

Ημ. Δημιουργίας
2023-01-01 00:00:00
Τελευταία τροποποίηση
2023-02-10 16:46:30