Γενικές έννοιες | Γλώσσα και ορολογία | κοινωνιόλεκτος (θηλ.)
κοινωνιόλεκτος (θηλ.)
κοινωνική διάλεκτος, κοινωνική ποικιλία
κοινωνική διάλεκτος, κοινωνική ποικιλία
sociolect
Ορισμός
γλωσσική ποικιλία ή διάλεκτος που καθορίζεται από κοινωνικούς παράγοντες
Σημειώσεις
Κοινωνικοί παράγοντες που διαφοροποιούν τη γλώσσα μπορεί να είναι το φύλο, το επάγγελμα, η ηλικία κ.ά.
Παραδείγματα
καλιαρντά, η γλώσσα των ομοφυλοφίλων
Πηγή ορισμού
Πατάκης, Σ.Α. (Συντονιστής). (2015/2023). Μεγάλο ηλεκτρονικό λεξικό νεοελληνικής γλώσσας (ΜΗΛΝΕΓ) [Επιγραμμικό]. Πατάκης. Διαθέσιμο από: http://lexicon-neohel.patakis.gr/el/
Αλλες πηγές
- Κανάκης, Κ. (2012). Τι είναι μια κοινωνική ποικιλία ή κοινωνιόλεκτος; Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας. Διαθέσιμο από: https://www.greek-language.gr/digitalResources/modern_greek/tools/lexica/glossology_edu/lemma.html?id=142 [Πρόσβαση: 25/1/2022]
Θέμα
Γλώσσα και ορολογία
Κεφάλαιο
Γενικές έννοιες
Στοιχεία σύνταξης
Ημ. Δημιουργίας
2023-01-01 00:00:00
Τελευταία τροποποίηση
2024-04-19 14:12:37
×