Skip to main content

Search from vocabulary

Αναζήτηση λήμματος

διαγλωσσικός δανεισμός
γλωσσικός δανεισμός
translingual borrowing

Ορισμός

δανεισμός όρου από άλλη φυσική γλώσσα

Σημειώσεις

Ο διαγλωσσικός δανεισμός είναι μηχανισμός σχηματισμού όρου με δανεισμό όρου από άλλη φυσική γλώσσα και μπορεί να είναι άμεσος ή μεταφραστικός δανεισμός (βλ. σχ. λήμματα). Οι όροι που προκύπτουν ονομάζονται γλωσσικά δάνεια.


Παραδείγματα

Ο ελληνικός όρος "λέιζερ" έχει προκύψει ως (άμεσο) γλωσσικό δάνειο από τον αγγλικό όρο laser.


Πηγή ορισμού

ISO 1087:2019 Terminology work and terminology science — Vocabulary

Αλλες πηγές

Θέμα

Γλώσσα και ορολογία

Κεφάλαιο

Γενικές έννοιες

Στοιχεία σύνταξης

Ημ. Δημιουργίας
2023-01-01 00:00:00
Τελευταία τροποποίηση
2024-04-07 10:06:13